click below
click below
Normal Size Small Size show me how
FCE2 Unit GerInf1
Gerunds and infinitives after verbs - (1) Verb + gerund
Question | Answer |
---|---|
finish | Have you finished cleaning your room? |
hassen, verabscheuen, απεχθάνομαι. "δε"ν "τεσ"ταρω το αυτοκινητο? | detest: I detest having to get up when it's dark outside. |
jmdn./etw. nicht leiden können, δεν αρέσω. "δις" ισόβια για την "λακε" ρδα σου | dislike so./sth.: I dislike walking and I hate the countryside. |
an etw.Dat. Spaß haben. "εν" πάση περιπτώσει πιες και εσυ ενα μπουκαλι "τζο"νι | to enjoy sth.: I want to travel because I enjoy meeting people and seeing new places. |
Es macht mir nichts aus. Meinetwegen. "δεν το" κοβω να κανουν καλo τα "μιντ"ια | I don't mind: I don't mind having a dog in the house so long as it's clean. |
Ich kann nicht ausstehen. δεν αντέχω κάποιον Η "καν"ατα "δεν" εχει τα "στάντ"αρς που θέλω | I can't stand: I can't stand hearing her cry. |
παραδέχομαι Παραδέχτηκε οτι κάνει λάθος. "Αντ"ιρρηση "με" "τ"ην εντολη | admit: She admitted making a mistake. |
αποφεύγω "αβαντι" μαεστρο | avoid: I try to avoid going shopping on Saturdays. |
can't help | I can't help thinking (= My true feeling is that) she'd be better off without him. |
λαμβάνω υπόψη, σκέφτομαι, αναλογίζομαι, εξετάζω (ρ.μετ.) θα "κον"τινο το "σιδ"ερο | consider: We're considering selling the house. |
καθυστερώ ρ.αμ. "δε λεει" | delay: I think we should delay deciding about this until next year. |
αρνούμαι ρ.μετ. "δην"άριο υποτιμηθηκε | deny: Neil denies breaking the window. |
έχω διάθεση να έκφρ. "φιλ"αλήθης δεν ειναι ο "λαϊκ"ιστής! |έκφρ. έχω την αίσθηση| | feel like: "I feel like staying in bed all day. |
συγχωρώ ρ.μετ. | forgive: Forgive my saying so, but your attitude to work has changed for the worse. |
εγκαταλείπω, παραδίνομαι ρ.μετ. "γκι"λοτίνα η λαιμητόμος επινοήθηκε για τον "απ"οκεφαλισμο! |εγκαταλείπω, παραδίνομαι ρ.μετ.| | give up: I have given up smoking. |
φαντάζομαι ρ.αμ. θα σκισω τα "ιμα"τια μου για να "γινε"ι φαντάζομαι ρ.αμ. | imagine: She imagined herself sitting in her favourite armchair back home. |
συνεπάγομαι, προϋποθέτω ρ.μετ. "εν" κατακλειδι θα ειμαι μεσα σε μια "βολβ"ο! | involve: Buying a car usually involves getting a loan from a bank. |
φυλάω, κρατάω συνεχιζω ρ.μετ. ωραιοι οι "κηπ"οι της βαβυλωνας. | keep: He keeps trying to distract me. I kept hoping that he'd phone me. |
με ενοχλεί (ρ.μετ.) έχω αντίρρηση με ενοχλουν αφανταστα τα ελληνικα "Μιντ"ια | mind: I don't mind having a dog in the house so long as it's clean. |
μου λείπει (ρ.μετ.), αποζητώ (ρ.μετ.) χάνω δεν εισαι κυρια αλλα "μισ"ις | miss: I haven't missed smoking like I'd expected to. |
αναβάλλω ρ.μετ. το "ποστ"αρισμα με "πονα"ει | postpone: We've had to postpone going to France because the children are ill. |
αναβάλλω ρ.μετ. Θα βαλω το "ποτ"ήρι πανω στον "οφ"ι... | put off: I can't put off going to the dentist any longer. |
το θεμα ειναι "πρακτι"κης φυσης προπονούμαι, εξασκούμαι ρ.αμ. | practise: His written French is very good but he needs to practise speaking it. |
εμποδίζω ρ.μετ., αποτρέπω ρ.μετ. τοση "πρε"μούρα με το "βεντ"άλια! | prevent: His disability prevents him (from) driving. |
αντιστέκομαι ρ.αμ. θελω "ρε"βανι.... ε"σει"ς "στ"αγονα απο μελι | resist: She couldn't resist laughing at him in those clothes. |
ρισκάρω ρ.μετ., διακινδυνεύω ρ.μετ., διακυβεύω ρ.μετ. "ρι"γος με έπιασε με το "σκ"αθαρι. | risk: It's always a risk starting up a new business. |
προτείνω ρ.μετ., υπονοώ ρ.μετ. "σασ"τιζω με το "γκεσ"ταμπιτη εδω μεσα! προτείνω ρ.μετ., υπονοώ ρ.μετ. | suggest: I suggested putting the matter to the committee. |
auf etw.A Lust haben: "φαν"ατικος με το "σει"κερ.... | fancy I don´t fancy going out this evening. |
προβλέπω "αντι"αγροτικος "συ"νεταιρισμος μεταξυ "πε"ρισσοτερων "τε"ρατων |προεξοφλώ| | anticipate: They anticipate having several applicants for the job. |
εκτιμώ "Απρι"λης ειναι ο μηνας της "συ"ναξης των "ετ"αιρειων. | appreciate: I appreciate your making the effort to come. |
τελειώνω | complete: He's just completed filming his 17th feature film. |
αναβάλλω | defer: Can we defer making a decision until next week |
συζητώ το "δίσ" εκτο ετος το ειδος του γαλακτομικου που περπαταει ειναι το "κασ"έρι | discuss: We have already discussed moving to the countryside. |
φοβάμαι "ντρέ" πομαι να "ντ"υθω κλοουν! | dread: I'm dreading having to meet his parents. |
απαιτώ "εν"αγωνίως δοκίμασα "ταϊλ"ανδέζικο φαγητο! |συνεπάγεται| | entail: Repairing the roof will entail spending a lot of money. |
ξεφεύγω τα "εσ"καμμένα που επιτρεπονται "και"νε την κυβερνηση με αποτελεσμα να "πε"σει! | escape: The two sons left the country to escape being conscripted into the army. |
συγχωρώ | excuse: |
αντιμετωπίζω "φαι"νομενικα "σε" αυτον τον αγωνα ο ΠΑΟΚ ηταν καλος! | face: I can't face walking up all those steps again. |
συνεχίζω το "κεί" μενο ειναι "π" ενιχρο "όν"τος | keep on: I keep on thinking I've seen her before somewhere. |
απεχθάνομαι "λο" βοτομή "θα" μου κανεις! | loathe: I loathe doing housework. |
αναφέρω το "μεν" ού ειναι απο "τσι" γαριδα! | mention: My wife mentioned seeing you the other day. |
συνχωρώ "Πάρ' το" Λίζα και καν' το κορνίζα!! | pardon: Pardon me interrupting, but there's a client to see you. |
παρατώ "κουί" ντα αποτελούν εισόδους και εξόδους από τα παρασκήνια προς "τ"ην σκηνής | quit: I'm going to quit smoking. |
ανακαλώ "ρε"βανσιστής ειναι το "καλ"οπαιδο του δρομου!! θυμάμαι | recall: She recalled seeing him outside the shop on the night of the robbery. |
ξαναφέρνω στο νου "ρέ"κορντμαν δεν "κολ"αει στο παρελθον αλλα γινετε "λεκ" τορας για την συνεχεια! | recollect: He does not recollect seeing her at the party. |
συστήνω "ρε" συ "κο"πιασε "με"σα δεν θα σε κανω "ντ"αντα! | recommend: I recommend writing your feelings down on paper. |
λυπούμαι "ρέ" γκε ειναι είδος τζαμαϊκανής μουσικής που "γκρε" μισε τα "τ" αμπου. | regret: I have always regretted not having studied harder at school. |
H (τετραγωνική) "ρι"ζα του 25 "με" κανει να "μπ"ουχτισω απο μαθηματικα!! θυμάμαι, φέρνω στο νου | remember: I don't remember signing a contract. |
φέρω βαρέως, με πικραίνει το "ρε"βανί "σε" κανε "να" θελεις το "τ"αψι! |φέρω βαρέως, με πικραίνει| | resent: He resents having to explain his work to other people. |
αντέχω "το"ν "λε"νε "ρατ" υπομένω | tolerate: I won't tolerate lying. |
καταλαβαίνω | understand: |